ΟΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

ΟΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Ειρήνη Τσακιρίδου – Μηχανολόγος Μηχανικός, Δρ. Κωνσταντίνου Κώστας – Μηχανολόγος Μηχανικός, Ρέμβος Νίκος – Γεωπόνος

Η ευρωπαϊκή αγορά βιοκαυσίμων έχει δεχτεί μεγάλη υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω της συμφωνίας του Κιότο καθώς και των Οδηγιών 2003/30/EK και 2003/96/ΕΚ, που συγκεκριμένα σκοπό έχουν να προωθήσουν την αύξηση της χρήσης βιοκαυσίμων και να θέσουν ενδεικτικούς στόχους για την χρήση τους στην βιομηχανία μεταφορών.

 

Η Οδηγία 2003/30/ΕΚ της 8 Μαΐου 2003 σχετικά «με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές» θέτει τα θεμέλια για την προώθηση των εναλλακτικών καυσίμων στην ΕΕ. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν ότι ένα ελάχιστο μερίδιο βιοκαυσίμων και άλλων ανανεώσιμων καυσίμων διατίθεται στην αγορά και, για το σκοπό αυτό, να θέσουν τους εθνικούς ενδεικτικούς στόχους.

 Οι τιμές αναφοράς για τους εν λόγω στόχους καθορίστηκαν, βάσει του υπολογισμού του ενεργειακού περιεχομένου. Συγκεκριμένα: ·           Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005 έπρεπε να είχαν αντικατασταθεί 2% της συνολικής βενζίνης και ντίζελ από βιοκαύσιμα για χρήση στον τομέα μεταφορών,

·           Μέχρι της 31 Δεκεμβρίου 2020 θα πρέπει να έχουν αντικατασταθεί 10% της συνολικής βενζίνης και ντίζελ με βιοκαύσιμα για χρήση στον τομέα μεταφορών.

 

Οι στόχοι αυτοί έχουν συνδυαστεί με τις ειδικές προϋποθέσεις βιωσιμότητας για τα βιοκαύσιμα, για την επίλυση της διαφωνίας που έχει προκύψει σχετικά με τις περιβαλλοντολογικές τους συνέπειες, την τιμή των ειδών διατροφής και την απώλεια της βιοποικιλότητας. Όλα τα βιοκαύσιμα που δεν προσφέρουν την ελάχιστη μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, όταν η όλη ανάλυση κύκλου ζωής τους εξετάζεται συγκριτικά με την βενζίνη ή το ντίζελ, δε θα περιλαμβάνονται στους στόχους και δε θα λαμβάνουν δημόσια στήριξη.

 

Κατανάλωση βιοαιθανόλης, παραγωγή και αγορά στην Ε.Ε.

 

Η κατανάλωση βιοαιθανόλης στην Ε.Ε. αυξήθηκε κατά 26,1 % το 2010 συγκριτικά με το 2009. Το γεγονός αυτό οφείλεται όχι μόνο στον στόχο της οδηγίας για την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας αλλά και στην πρόσφατη αύξηση του μεριδίου της βιοαιθανόλης στην ανάμειξη της με την βενζίνη (π.χ. 10% κ.ό)

 

(Πίνακας 1)

 

Χώρα Κατανάλωση το 2009 Κατανάλωση το 2010 Διαφορά 2009/2010
Ελλάδα 0 0
Ιταλία 118,014 139,940 + 21,926 +18.6%
Ισπανία 152,347 233,179 + 80,832 + 53.0%
Γερμανία 581,686 746,775 + 165,089 + 28.4%
Γαλλία 410,404 490,112 + 79,708 + 19.4%
Ηνωμένο Βασίλειο 160,505 316,495 + 155,990 + 97.2%
Σουηδία 198,183 203,943 + 5,760 + 2.9%
Ρουμανία 53,274 45,142 – 8,132 – 0.15%

Πίνακας 1: Κατανάλωση βιοαιθανόλης στην Ε.Ε το 2009 και 2010 (σε  ΤΙΠ)

 

Αναφορικά με την ευρωπαϊκή αγορά βιοαιθανόλης, οι παραδοσιακές χώρες εισαγωγής είναι η Βραζιλία και οι ΗΠΑ.

 

Αντιθέτως, προς το παρόν η βιοαιθανόλη που παράγεται στις ΗΠΑ είναι διαθέσιμη για εισαγωγή στην Ε.Ε., καθώς η παραγωγή στις ΗΠΑ υπερβαίνει την εγχώρια ζήτηση.

 

ΕΘΝΙΚΕΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ

 

Βιοκαύσιμα και πολιτική των ΑΠΕ (Ελλάδα)

Η οδηγία 2003/30/EΚ εναρμονίστηκε με το νομοθετικό πλαίσιο της Ελλάδας στις 13 Δεκεμβρίου 2005 θέτοντας σε ισχύ τον νόμο 2005/3423 “Εισαγωγή στην Ελληνική αγορά βιοκαυσίμων και λοιπών ανανεώσιμων καυσίμων" όπως τροποποιήθηκε από τον νόμο 2008/3653 (Άρθρο 55) [i]. Οι εν λόγω νόμοι καθόρισαν την εθνική στρατηγική της Ελλάδας για τα βιοκαύσιμα που στόχο έχει να φτάσει το μερίδιο των βιοκαυσίμων και λοιπών ανανεώσιμων καυσίμων το 5,75% της συνολικής βενζίνης και ντίζελ που καταναλώθηκε στον τομέα των μεταφορών μέχρι τον Δεκέμβριο του 2010.

 

Η απευθείας ανάμειξη της βιοαιθανόλης στην βενζίνη δεν θεωρείται κατάλληλη για το κλίμα της Ελλάδας και επομένως προτείνεται η μετατροπή της σε βιο-ΕΤΒΕ.

 

Μετά από 8 έτη εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, εργοστάσια παραγωγής βιοαιθανόλης δεν έχουν δημιουργηθεί. Η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης είχε εκφράσει ενδιαφέρον να μετατρέψει δύο από τα υπάρχοντα εργοστάσια της στην Λάρισα και την Ξάνθη σε εργοστάσια παραγωγής βιοαιθανόλης μαζί με ταυτόχρονη παραγωγή ζωοτροφής υψηλής θρεπτικής αξίας, ηλεκτρισμού και θερμότητας, με ετήσια δυναμικότητα 150.000 m3 βιοαιθανόλης το καθένα. Οι πρώτες ύλες θα ήταν τεύτλα, σιτηρά και σοδειές σιτηρών ενώ η παραγωγή θα μπορούσε να ξεκινήσει εντός 18-24 μηνών μετά την έναρξη των εργασιών. Η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης ξεκίνησε ένα διαγωνισμό για την προσέλκυση κάποιου στρατηγικού επενδυτή το 2007. Το 2008, ανακοινώθηκαν δύο προσφορές από δύο διαφορετικούς επενδυτές, την Motor Oil Hellas και την Cal West Ethanol & Renew Energy EU LLC. Ο διεθνής διαγωνισμός ωστόσο ακυρώθηκε τον Νοέμβριο του 2010 χωρίς να ολοκληρωθεί.

 

Η ετήσια παραγωγή βιομάζας από αγροτικά υπολείμματα στην Ελλάδα εκτιμάται στους 5 εκατομμύρια τόνους στερεής βιομάζας ανά έτος, μια παραγωγή που αντιστοιχεί σε 2 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου πετρελαίου. Σύμφωνα με τα δεδομένα της Διεύθυνσης Πολιτικής Πετρελαίου του Υπουργείου Ανάπτυξης για την ετήσια ζήτηση σε καύσιμα, η κατανάλωση του πετρελαίου ξεπέρασε τα 4 εκατομμύρια τόνους το 2010. Η σωστή χρήση της παραγόμενης βιομάζας θα μπορούσε να καλύψει έως 60% των εγχώριων ετήσιων αναγκών σε καύσιμα, το ποσοστό που καλύπτεται ωστόσο είναι μόλις 3% των ετήσιων ενεργειακών αναγκών[ii].

 

Τον Ιούλιο 2011, το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής θέσπισε μια ομάδα εργασίας προκειμένου να συντάξει κανονισμούς εφαρμογής για την εισαγωγή και προώθηση βιοαιθανόλης ως καυσίμου στο ελληνικό έδαφος σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 15 Α (10) του νόμου 2002/3054 (GG 230 A) όπως εφαρμόζεται. Η ομάδα εργασίας αποτελείται από 24 μέλη, εκπροσώπους διαφόρων δημοσίων και ιδιωτικών φορέων

 

Οι ΑΠΕ παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της χώρας. Η βιομάζα και τα βιοκαύσιμα έχουν αναγνωριστεί ως ισχυρά στοιχεία της αγοράς με υψηλό δυναμικό ανάπτυξης.

 

Τρεις βασικοί παράγοντες επιτυχίας που ενδεχομένως να επηρεάσουν την οικονομική αποδοτικότητα της παραγωγής βιοαιθανόλης είναι:

 

  • το θεσμικό πλαίσιο και οι πολιτικές στήριξης,

·         η βιωσιμότητα της προμήθειας πρώτων υλών,

·         η διαθεσιμότητα μέσων τελευταίας τεχνολογίας.

 

Προκειμένου να διασφαλιστεί η οικονομική βιωσιμότητα των εργοστασίων βιοαιθανόλης, θα πρέπει να δοθούν κίνητρα από την κυβέρνηση. Το μεγαλύτερο κόστος στην παραγωγή βιοκαυσίμων είναι οι φόροι καυσίμων που στην περίπτωση της Ελλάδας αντιστοιχούν στα ποσά που δίνονται στον Πίνακα 2.

Τύποι καυσίμου Φόροι (€/λίτρο)
Βενζίνη με μόλυβδο 0.621
Αμόλυβδη βενζίνη 0.610
Βενζίνη για αεροπλάνα 0.637
Ντίζελ για οχήματα 0.382
Ντίζελ ως καύσιμο θέρμανσης 0.382
Κηροζίνη 0.410
Βιοντίζελ 0.382

 

 

Πίνακας 2: Φόροι καυσίμων[i]

 

Προκειμένου νέοι επενδυτές να προχωρήσουν σε επενδύσεις γύρω από την παραγωγή βιοαιθανόλης θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες υλοποίησης τέτοιων μονάδων.

 

Για την βιωσιμότητα της παραγωγής των πρώτων υλών, θα πρέπει να επιλυθούν τα ακόλουθα ζητήματα: πρώτον, οι αγρότες θα πρέπει να διασφαλιστούν μέσω συμβολαίων ότι οι μονάδες θα αγοράζουν ολόκληρη τη σοδειά τους σε μια τιμή που θα διασφαλίζει το κέρδος τους. Δεύτερον, η τοποθεσία της μονάδας παραγωγής βιοαιθανόλης αποτελεί σημαντικό ζήτημα. Υποστηρίζεται ότι για την βιωσιμότητα της αλυσίδας παραγωγής, τα κέντρα συλλογής δε θα πρέπει να βρίσκονται σε απόσταση μεγαλύτερη των 30 km από τα εργοστάσια. Ανεξάρτητοι αγρότες και/ή οι αγροτικοί συνεταιρισμοί θα μπορούσαν να προβούν στην εξαγωγή του χυμού από τα στελέχη του γλυκού σόργου και στην πώληση του χυμού (ή σε μορφή σιροπιού)στις μονάδες παραγωγής.

 

Καθώς εξετάζει κανείς την αποδοτικότητα του ευρωπαϊκού μοντέλου για την παραγωγή βιοαιθανόλης με την χρήση γλυκού σόργου, θα πρέπει επίσης να λάβει  υπόψη του το κόστος εργασίας, καθώς στις χώρες εκτός Ε.Ε. (π.χ. Ινδία) όπου υπάρχουν τέτοιου είδους εργοστάσια το κόστος εργασίας είναι ιδιαίτερα χαμηλό. Από την άλλη πλευρά, οι επενδυτές θα πρέπει να βεβαιωθούν ότι τα διυλιστήρια καυσίμων θα αγοράζουν όλη την παραγωγή βιοαιθανόλης σε προνομιακή τιμή.

 

Στην Ελλάδα, ο τομέας της γεωργίας συνεισφέρει περισσότερο από το 5% του ΑΕΠ, τρεις φορές μεγαλύτερο από τον μέσο όρο (1,8%) της Ε.Ε. Οι εταιρείες που ασχολούνται με την βιομάζα και τα βιοκαύσιμα επομένως θα βρουν άφθονες πηγές πρώτων υλών. Επιπλέον, οι δεσμεύσεις της ελληνικής κυβέρνησης για αντικατάσταση του 10% των συμβατικών καυσίμων κίνησης με βιοκαύσιμα έως το 2020 αναμένεται να τονώσουν την ανάπτυξη των βιοκαυσίμων.

 

Τα βασικά πλεονεκτήματα της επένδυσης στην βιομάζα και τα βιοκαύσιμα στην Ελλάδα είναι:

 ·         η αφθονία εγχώριας πρώτης ύλης,·         ο αγροτικός τομέας αντιστοιχεί στο 5,2% του ΑΕΠ έναντι του 1,8% (Ευρωπαϊκός μέσος όρος),·         η υψηλή εγγυημένη τιμή αγοράς παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα, της οποίας οι τιμές είναι εγγυημένες για 20 έτη:o    200 €/MWh για ισχύ <1 MW,o    175 €/MWh για ισχύ από 1 MW έως 5 MW,o    150 €/MWh για ισχύ >5 MW,·         οι εθνικές δεσμεύσεις για την αύξηση της χρήσης βιοκαυσίμων,

·         το ευνοϊκό, μακροπρόθεσμο θεσμικό πλαίσιο[ii].

 

Για λόγους προστασίας του ανταγωνισμού, οι κάτοχοι Άδειας Διύλισης και Άδειας Διανομής Βιοκαυσίμων υποχρεούνται να πληροφορούν τον Υπουργό Οικονομικής Ανάπτυξης, Ανταγωνισμού και Ναυτιλίας καθώς και την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) για τον τρόπο με τον οποίο καθιερώνονται οι τιμές εργοστασίου των προϊόντων πετρελαίου.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

[1] “Biofuels Barometer”, EurObservER, July 2011[1] http://www.anatoliki.gr/anatoliki/upload/en/Law%203423_2005.pdf[1] CRES – Center for Renewable Energy Sources and Savings (http://www.cres.gr)[1] http://www.gsis.gr/teloneia/xrisimes_plirofories_teloneia/efk/efk2.htm

[1] http://www.investingreece.gov.gr